Οι δύο φόργουορντ του Παναθηναϊκού παρουσιάζουν αντιστρόφως ανάλογες πορείες στα ξεκινήματα των δύο τελευταίων σεζόν, με τον Εργκίν Αταμάν να περιμένει την αγωνιστική άνοδο του Έλληνα παίκτη ο οποίος (όπως και πέρσι) μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Ο Παναθηναϊκός AKTOR στις πρώτες αγωνιστικές, εντός και εκτός των τειχών, προβληματίζει με την εικόνα του. Από τη μία είναι απόλυτα φυσιολογικό η ομάδα να χρειάζεται χρόνο για να μπορέσει να ενσωματώσει στη φιλοσοφία και τη χημεία της τους νέους παίκτες, από την άλλη όμως δε μπορεί να εξηγηθεί εύκολα η ήττα από την Παρί στη Γαλλία, η εμφάνιση στην Πυλαία και γενικά η νωθρότητα που παρουσιάζουν οι «πράσινοι» στα παιχνίδια τους.
Κάποιος θα πει ότι οι προσθαφαιρέσεις που έγιναν ήταν ελάχιστες και η ομάδα δε χρειάζεται χρόνο για φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο, μιας και η ομάδα είναι έτοιμη από πέρσι. Ίδιος προπονητής, ίδιος κορμός, ίδια φιλοσοφία. Λάθος. Οι τρεις μεταγραφές που έγιναν το καλοκαίρι (Λορένζο Μπράουν, Τσέντι Όσμαν και Ομέρ Γιούρτσεβεν) μπορεί να είναι λίγες ποσοτικά, αλλά ποιοτικά είναι πάρα πολλές. Είναι παίκτες έτοιμοι, παίκτες πενταδάτοι οι οποίοι πρέπει να ενσωματωθούν άμεσα σε μια ήδη καλοδουλεμένη «μηχανή». Και σε μια τέτοια διεργασία πολλές φορές προκύπτουν και προβλήματα.
Την ίδια ώρα θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως κάθε σεζόν είναι διαφορετική, με τα δεδομένα να αλλάζουν συνεχώς. Και μία από τις μεγαλύτερες διαφορές της φετινής σεζόν σε σχέση με την περσινή (στην εκκίνησή της τουλάχιστον) είναι η εικόνα που παρουσιάζουν τα δύο «τεσσάρια» της ομάδας. Ο Ντίνος Μήτογλου και ο Χουάντσο Ερνάνγκομεθ.
Πέρσι, στο ξεκίνημα της σεζόν ο Έλληνας παίκτης ήταν εξαιρετικός, «κουβαλώντας» τον Παναθηναϊκό σε Ελλάδα και Ευρώπη παίζοντας και για τον Ισπανό, μέχρι εκείνος να βρει τα πατήματά του, ενώ φέτος ο Χουάντσο αποτελεί ίσως τον κορυφαίο και πλέον σταθερό παίκτη της ομάδας (μέχρι στιγμής), καλύπτοντας το κενό που δημιουργείται από την μέτρια έως κακή απόδοση του Μήτογλου. Κάτι που αποτυπώνεται και στους αριθμούς.
Αλλά η εξήγηση δεν κρύβεται μόνο στους αριθμούς. Είναι φανερή και στην εικόνα των παικτών και στη «γλώσσα» του σώματός τους πάνω στο παρκέ. Αλλά και μπασκετικά τα πράγματα είναι πιο απλά απ’ ότι νομίζουμε.
Ο Ντίνος Μήτογλου μέχρι και τα μισά της περσινής σεζόν έπαιζε στα… κόκκινα. Είχε «τρυπήσει» πολλές φορές το «ταβάνι» κουβαλώντας αρκετές φορές την ομάδα μόνος του και κάνοντας μεγάλη διαφορά στη ρακέτα του «τριφυλλιού». Ειδικά από τη στιγμή που ο Ερνάνγκομεθ δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει (λόγω και των τραυματισμών που είχε) ο Μήτογλου ήταν υπερ… απαραίτητος. Ακόμα και μέχρι το τέλος της σεζόν που η απόδοσή του είχε αρχίσει να έχει σκαμπανεβάσματα ο Έλληνας παίκτης έπαιζε ασταμάτητα. Σε αυτό προσθέστε και ένα… ασταμάτητο καλοκαίρι με σχεδόν τρεις προετοιμασίες. Δύο με την Εθνική για το Προ-Ολυμπιακό και το Ολυμπιακό τουρνουά και αυτή με τον Παναθηναϊκό. Οπότε, είναι εύκολο να αντιληφθούμε πως με την επιβάρυνση που έχει υποστεί είναι και φυσιολογικό να μην έχει καταφέρει από τόσο νωρίς να βρει τον εαυτό του.
Στο κομμάτι αυτό προσθέστε και τον ψυχολογικό παράγοντα. Ο Έλληνας φόργουορντ δε βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή ψυχολογία λόγω των εμφανίσεών του, με αποτέλεσμα να βρίσκεται στο… κυνήγι δύο-τριών καλών παιχνιδιών για να μπορέσει να πατήσει και πάλι γερά στα πόδια του και να παρουσιάσει το κανονικό του πρόσωπο.
Στα 4 πρώτα φετινά παιχνίδια της Euroleague ο Ντίνος Μήτογλου μετράει μόλις 2.8 πόντους μέσο όρο με 37,5% στα δίποντα, 50% στα τρίποντα και 100% στις βολές, ενώ έχει και 3 ριμπάουντ και 1 κλέψιμο ανά ματς.
Ενώ ολοκλήρωσε την σεζόν έχοντας 11.3 πόντους, με 55.2% στα δίποντα, 34.5% στα τρίποντα, 74.5% στις βολές, 6.2 ριμπάουντ, 1 ασίστ και 1 κλέψιμο.
Στα τέσσερα περσινά πρώτα του παιχνίδια αντίθετα, ο Έλληνας παίκτης είχε 16 πόντους μέσο όρο με 67.7 στα δίποντα, 41.6 στα τρίποντα και 77.7 στις βολές, ενώ «κατέβαζε» 6.5 ριμπάουντ, με 0.7 ασίστ και 1.2 κλεψίματα.
Αντιστρόφως ανάλογη η πορεία του Χουάντσο Ερνάνγκομεθ ο οποίος φέτος παρουσιάζει ένα εξαιρετικό πρόσωπο. Τελείως διαφορετικό από αυτό που είδαμε στην περσινή του εκκίνηση. Παίκτης γεμάτος ψυχολογία, πλέον, μπορεί και βγάζει χωρίς φόβο στο παρκέ της μπασκετικές του αρετές και με τη σειρά του είναι αυτός που καλύπτει τον συμπαίκτη του. Πέραν της εξαιρετικής του παρουσίας στην άμυνα, όπου αποτελεί… ογκόλιθο τόσο στο προσωπικό όσο και στο ομαδικό κομμάτι, ο Ισπανός έχει βρει τον εαυτό του και στην επίθεση.
Φέτος στα τέσσερα πρώτα ματς μετράει 12 πόντους μέσο όρο με 50% στα δίποντα, 71.4% στα τρίποντα, δεν έχει βρεθεί ακόμα στη γραμμή των βολών και παίρνει 5.5 ριμπάουντ ανά ματς, έχοντας παράλληλα σχεδόν 1 ααίστ και μισό κλέψιμο.
Πέρσι, στο πρώτο καρε των αγωνιστικών (αν και έπαιρνε περισσότερο χρόνο συμμετοχής λόγω της απουσίας του Μήτογλου στις πρώτες αγωνιστικές) είχε 7.5 πόντους με 42.8% στα δίποντα, 54.5% στα τρίποντα, 87.5% στις βολές, 5 ριμπάουντ, 1 ασίστ και 0.5 κλεψίματα.
Τελειώνοντας τη σεζόν με με 4.3 πόντους με 50% στα δίποντα, 26.4% στα τρίποντα, 75.6% στις βολές, 3.5 ριμπάουντ, 0.5 ασίστ και 0.6 κλεψίματα.