Συγκλονισμένοι οι πάντες απ’ τον τραγικό θάνατο του «Γιωργάρα» όπως τον φώναζαν, ο οποίος είχε δώσει τεράστια «μάχη» για να μπορεί να φαίνεται στα χαρτιά πως είναι Έλληνας.
Στα 31 του έγινε άγγελος. Ο Τζορτζ Μπάλντοκ «έφυγε» από αυτό τον κόσμο, τόσο νωρίς και τόσο άδικα. Ένα παιδί που θα ήταν στην Εθνική ομάδα αν δεν είχε έναν μικροτραυματισμό και θα περίμενε να αγωνιστεί κόντρα στην Αγγλία. Άφησε πίσω του την οικογένειά του και την πατρίδα για την οποία έδωσε… μάχη.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αγγλία, πάντα ήταν Άγγλος για τους περισσότερους. Στην ψυχή του όμως, αισθανόταν Έλληνας. Οι ιστορίες της γιαγιάς του (η μητέρα του πατέρα του), η «τρέλα» με το Euro 2004 και γενικά το γαλανόλευκο που πάντα επικρατούσε για τον Μπάλντοκ. Έτσι, μόνος του επικοινώνησε εν μέσω πανδημίας με την ΕΠΟ. Ως παίκτης της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ. Ρωτώντας τί πρέπει να κάνει για να γίνει Έλληνας.
Ποδοσφαιριστής επιπέδου Premier League, με τεράστια εμπειρία απ’ τα Αγγλικά γήπεδα. Του δόθηκαν οι κατευθύνσεις και οι βοήθειες που χρειαζόταν, όμως ήταν μεγάλες οι δυσκολίες. Απ’ τη μία η πανδημία, απ’ την άλλη το Brexit που δυσκόλευε τα πάντα.
Δεν το έβαζε κάτω όμως, πάντα ήθελε να γίνει Έλληνας. Να αποκτήσει διαβατήριο με τη χώρα για την οποία του μιλούσε πάντα ο πατέρας του. Οι προσπάθειές του έφεραν αποτέλεσμα τελικά και αμέσως άρχισε η διαδικασία της ενσωμάτωσής του στην Εθνική ομάδα. Κάτι που έγινε το 2022. Ήταν πλέον… Γιωργάρας, όχι Τζορτζ.
Έτσι, άλλωστε, τον φώναζαν οι συμπαίκτες του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα. Ένα εξαιρετικό παιδί, χαμογελαστό, με καλή διάθεση για όλους. Αμέσως έγινε αγαπητός και μέλος της ελληνικής παρέας στην Εθνική.
Σε εκείνες τις ευχάριστες μέρες, δήλωνε:
«Μου συμπεριφέρονται ευγενικά και είμαι ενθουσιασμένος που είμαι εδώ ύστερα από τόση αναμονή και τόσο καιρό. Είναι μεγάλη τιμή για μένα και την οικογένειά μου η παρουσία μου στην Εθνική. Όσοι ξέρουν γνωρίζουν πόσο δύσκολο ήταν με τη γραφειοκρατία, τον Covid-19 και το Brexit.
Η γιαγιά μου ήταν 100% Ελληνίδα και έχουμε συγγενείς εδώ. Είμαι περήφανος που είμαι εδώ. Αγαπώ τη χώρα».
Το επόμενο βήμα της λατρείας του για την Ελλάδα, ήταν η μόνιμη εγκατάσταση. Όταν έληγε το συμβόλαιό του, άφησε στην άκρη τα ενδεχόμενα παραμονής στην Αγγλία ή κάποιας άλλης ευρωπαϊκής προοπτικής. Ελλάδα και μόνο Ελλάδα. Οι κρούσεις που δέχτηκε οδήγησαν τελικά στο να επιλέξει Παναθηναϊκό.
Μάλιστα δεν περίμενε καν να ολοκληρωθεί η σεζόν. Υπέγραψε νωρίς και από τον Μάιο ουσιαστικά άρχισε να μετακομίζει στην Ελλάδα. Στο σπίτι που βρήκε στα νότια προάστια, γιατί ήθελε να είναι κοντά στη θάλασσα. Το σπίτι στη Γλυφάδα, όπου δυστυχώς βρέθηκε νεκρός στην πισίνα του.
«Έφυγε» τόσο νέος, τόσο άδικα κι αφήνει πίσω του ανείπωτη θλίψη και ένα τεράστιο γιατί. Ως το παιδί που συμπαθούσαν όλοι και διάλεξε την πατρίδα, δίνοντας «μάχη» γι’ αυτή, στην αγκαλιά της οποίας άφησε την τελευταία του πνοή.